Αμφιλοχία

[vc_row][vc_column][vc_column_text]78053928

Η Αμφιλοχία είναι παράλια κωμόπολη (υψόμ. 10 μ.) στην πρώην επαρχία Βάλτου του Νομού Αιτωλοακαρνανίας. Είναι χτισμένη στο πιο εσωτερικό σημείο του όρμου του Αμβρακικού κόλπου αμφιθεατρικά πάνω σε δυο λόφους που στο νότιο μέρος συγκλίνουν μεταξύ τους και σχηματίζουν ορθή γωνία. Πρόκειται για πολύ σημαντική θέση, αφού για αιώνες αποτελεί τη μοναδική δίοδο από τη δυτική Στερεά Ελλάδα προς την Ήπειρο ακόμα και μετά την κατασκευή της σύγχρονης υποθαλάσσιας σήραγγας ΑκτίουΠρέβεζας. Απέχει από την Αθήνα 314 χιλιόμετρα ΒΔ, 42 χιλιόμετρα Β από το Αγρίνιο και 40 Ν απ’ την Άρτα.

Στη θέση της Αμφιλοχίας βρισκόταν η αρχαία Ακαρνανική πόλη Λιμναία, της οποίας ερείπια σώζονται μέχρι σήμερα.[1]

Μέχρι το 1907 η Αμφιλοχία ήταν γνωστή ως «Καρβασαράς», από το Τουρκικό «Καραβάν – Σεράι» που σημαίνει σταθμός καραβανιών αφού κατά την Τουρκοκρατία στην περιοχή διανυκτέρευαν όσοι ταξίδευαν από και προς την Ήπειρο. Η απελευθέρωση από τους Τούρκους ήρθε το 1829 και ως συνοικισμός «Καρβασαράς» αναγνωρίστηκε το 1836 ενώ στις 7 Μαΐου έχει ήδη γίνει κοινότητα.    Το 1907 μετονομάστηκε σε Αμφιλοχία και αναγνωρίστηκε σε δήμο στις 22 Μαρτίου 1946.

Το έδαφος που συναντάμε στην περιοχή είναι όλο πετρώδες πλην των παραλιακών επιχώσεων. Ο συνδυασμός του ορεινού όγκου με τη θάλασσα αποτελούν ένα φυσικότατο καταφύγιο προστασίας των τουριστικών σκαφών απ’ τους ανέμους. Είναι χαρακτηριστικό, ότι παρά τους -κατά καιρούς- ισχυρούς ανέμους που πνέουν στην περιοχή του Αμβρακικού δεν έχει μνημονευτεί ουδέποτε ναυάγιο. Η γεωγραφική θέση της πόλης οδήγησε στο να αποκαλείται σήμερα η Αμφιλοχία «η νύφη του Αμβρακικού». Στο booking 82 καταλύματα διαθέσιμα σε Αμφιλοχία και στη γύρω περιοχή

Οι πρώτοι κάτοικοι της πόλης εγκαταστάθηκαν στις παρυφές του όρους «Πλατός» (Δυτικό τμήμα της πόλης) ερχόμενοι, λίγο πριν την επανάσταση του 1821, από το ερημωμένο σήμερα μεσαιωνικό χωριό της Αμβρακιάς – που βρίσκεται δύο χλμ. δυτικά από το βόρειο άκρο της λίμνης Αμβρακίας και πάρα πολύ κοντά στην Αμφιλοχία – το οποίο καταστράφηκε το 1825. (Δεν υπάρχει γνωστός βιβλιογραφικός συσχετισμός με την Αμβρακία της Άρτας και το άλλο συνώνυμο χωριό που βρίσκεται στην ορεινή Τριχωνίδα).
Αμβρακιά

Το ερειπωμένο, σήμερα, χωριό Αμβρακιά χτίστηκε τον 9ο αι. από τους κατοίκους της Λιμναίας που μετοίκησαν στην περιοχή για να αποφύγουν τις συχνές πειρατικές επιδρομές. Τοποθετημένος στη νότια πλευρά του Δήμου Αμφιλοχίας, στη βουνοπλαγιά απέναντι από την λίμνη Αμβρακία, ο οικισμός γρήγορα εξελίχθηκε σε πόλο ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής, για να αποτελέσει επί Τουρκοκρατίας την πρωτεύουσα του Καζά ή Βιλαέτι (διοικητική υποδιαίρεση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αντίστοιχο με την Επαρχία) του Βάλτου.

Το 1684, η Αμβρακιά καθώς και ο ναός της Παναγίας της Αμβρακιώτισσας καταστράφηκαν ολοσχερώς από τον πασά της Άρτας που λεηλατούσε την περιοχή. Η εκκλησία και το χωριό ξαναχτίστηκαν μετά από 5 χρόνια από τους Αμβρακιώτες που επέστρεψαν από τη Λιμναία.

Το 1692 ο Γιουσούφ  πασάς σε μια επιδρομή του στον Βάλτο αντιμετώπισε στην Αμβρακιά τον Αναστάσιο Μεταξά, ανώτερο επιθεωρητή Ξηρομέρου και Βάλτου, ο οποίος κέρδισε τη μάχη και έσωσε το χωριό.

Ο πρόκριτος Γιάννης Γεροθανάσης ήταν εκείνος που ύψωσε, την άνοιξη του 1821, στην Αμβρακιά την σημαία της επανάστασης.

Η πρωτεύουσα του Καζά του Βάλτου εγκαταλείφθηκε οριστικά, μετά την πυρπόλησή της το 1826 από τους Τουρκαλβανούς, ως αντίποινα για την συμμετοχή των Αμβρακιωτών στις πολιορκίες του Μεσολογγίου. Ο ναός, όμως, της Παναγίας διασώθηκε και δεσπόζει έως σήμερα μεταξύ των ερειπίων, με τη βεβήλωση του εσωτερικού του να μαρτυρά τη βάρβαρη μανία των οθωμανών. Στον προαύλιο, μάλιστα, χώρο της εκκλησίας ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός κήρυξε, τον Ιούλιο του 1778, τον Θείο λόγο. σώζεται ως τις μέρες μας η πέτρα όπου στεκόταν ο ιερομάρτυρας.

Ο αείμνηστος πρόεδρος της Ιστορικής – Αρχαιολογικής Εταιρείας Αγρινίου, Θωμάς Μποκώρος, είχε αποκαλέσει την Αμβρακιά, τον Μυστρά της Ακαρνανίας.

Λιμναία

Η πόλη της Αμφιλοχίας συνδυάζει μια πλούσια ιστορική κληρονομιά με μια σφύζουσα σύγχρονη πολιτιστική δραστηριότητα. Τα μνημειώδους, μάλιστα, αρχιτεκτονικής σωζόμενα τείχη της αρχαίας ακρόπολης της Λιμναίας(στα νοτιανατολικά της πόλης και σε απόσταση μόλις 2 χλμ. από το κέντρο)αποτελούν τις καταφανείς μαρτυρίες κατοίκησης και έντονης ανάπτυξης της περιοχής. Σ’ αυτήν αναφέρεται ο Θουκυδίδης όταν αφηγείται τις επιχειρήσεις των Σπαρτιατών στην Δυτική Στερεά Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου. Εκείνη την εποχή η Λιμναία ήταν ακόμη ατείχιστη (429 π.Χ.). Οι επόμενες πληροφορίες έρχονται από τον Πολύβιο: στα 251 π.Χ., όταν ο Φίλιππος ο Ε΄, πατέρας του Περσέα, εκστρατεύει κατά του Θέρμου και περνάει από την Λιμναία, η οποία διαθέτει πλέον ισχυρό οχυρωματικό περίβολο. Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους και την Ενετοκρατία, το αρχαίο αυτό κάστρο κατοικείτο ενώ τον 14ο αιώνα ήταν γνωστό με την ονομασία Βάλτος και σ’ αυτόν αναφέρεται ο Ιωάννης Καντακουζηνός, παραθέτοντας διάφορες στρατηγικές θέσεις του τότε ελληνικού χώρου. Η τελευταία γνωστή οικιστική φάση ανήκει στους χρόνους του Αλή – Πασά όπου στο ερημωμένο από αιώνες κάστρο, ο βεζίρης εγκατέστησε δια της βίας τους κατοίκους της «Αμπρακιάς».

Η ακρόπολη επικοινωνούσε άμεσα με τη θάλασσα μέσω μίας υπόγειας διόδου πλάτους 2μ., ύψους 1,5μ. και μήκους 800μ. περίπου. Δυστυχώς θα καταστραφεί μερικώς τον Απρίλιο του 1944 κατά την διάρκεια βομβαρδισμού, ωστόσο στοιχεία της συναντώνται ακόμη και σήμερα στο κέντρο της πόλης.

Αμφιλοχικό Άργος

Πρωτεύουσα του αρχαίου κράτους της Αμφιλοχίας ήταν το Αμφιλοχικό Άργος και βρισκόταν πάνω από το Ν.Α. τμήμα του μυχού του Αμβρακικού κόλπου στις όχθες του ποταμού Ινάχου. Κατά την μυθική παράδοση ήταν αποικία του Πελοποννησιακού Άργους, που ιδρύθηκε μετά την άλωση του Ιλίου από φυγάδες Αργείους υπο τον Αμφίλοχο, γιο του Αμφιαράου, ο οποίος έδωσε το όνομα της ιδιαίτερης πατρίδας του στην πόλη (Θουκυδ. Β΄ 68. Παυς. Β΄ 18,5 *. Απολλόδ. Γ΄ 7,7. Σέφ. Βυζ. Εν.λ. «Αμφιλοχίοι») ή από τον αδερφό του Αμφιλόχου Αλκμαίωνα («Έφορος» Στράβ. Ζ΄ 325κ. εξ.). Πιθανώς όμως επειδή η πεδιάδα ήταν από αρχαιοτάτων χρόνων παραθαλάσσια να καλείται Άργος και να κατοικήθηκε για πρώτη φορά από κατοίκους της γειτονικής Αμβρακίας, αποικίας των Κορινθίων. Αυτό συμπεραίνεται και από την μαρτυρία του Θουκυδίδη σύμφωνα με την οποία, πολλές γενιές μετά την ίδρυση του Αμφιλοχικού Άργους εγκαταστάθηκαν εκεί και αναμίχτηκαν με τους κατοίκους του, Αμβρακιώτες, που προσκλήθηκαν απ’ τους Αμφιλόχους σαν «συγκάτοικοι» για την αντιμετώπιση προφανώς εχθρικού κινδύνου κατά του κράτους. Οι νέοι άποικοι όμως νωρίς έδιωξαν τους Αργείους, τους παλαιούς κατοίκους της πόλης οι οποίοι έθεσαν τους εαυτούς τους κάτω από την προστασία των Ακαρνάνων και ζήτησαν την βοήθεια των Αθηναίων. Οι τελευταίοι έστειλαν ναυτικές δυνάμεις υπό τον Φορμίωνα που κατέκτησε το Άργος και πούλησε τους Αμβρακιώτες κατοίκους σαν δούλους. Στην περιοχή εγκαταστάθηκαν Αμφίλοχοι και Ακαρνάνες με αρκετά στενές σχέσεις μεταξύ τους. Πιθανόν τότε να ορίστηκε να συνέρχονται σε κοινό δικαστήριο που έδρευε στις Όλπες(αρχαία πόλη κοντά στον σημερινό οικισμό Μπούκα, θέση Αγριλοβούνι) για την επίλυση των διαφορών τους (πρβλ. Θουκυδ. Γ. 105, 1).

Το καλοκαίρι του 430 π.Χ. οι Αβρακιώτες βοηθούμενοι από Χάονες και άλλους Βάρβαρους, εισέβαλαν στην Αμφιλοχία και έγιναν κύριοι της υπαίθρου φτάνοντας μέχρι το Άργος. Δεν μπόρεσαν όμως να καταλάβουν την πόλη και επέστρεψαν στην πατρίδα τους. (Θουκυδ. Β’ 68,9)

Το ίδιο επαναλήφθηκε λίγα χρόνια αργότερα το 426 π.Χ. οπου οι Αμβρακιώτες εκστράτευσαν εναντίον του Άργους και κατέλαβαν τις οχυρωμένες Όλπες των οποίων οι δυνάμεις ενισχύθηκαν από τον στρατηγό των Λακεδαιμονίων Ευρύλοχο. Τους Ακαρνάνες και Αμφιλόχους έσωσε τότε η επέμβαση του Αθηναίου στρατηγού Δημοσθένη στον οποίο ανατέθηκε και η αρχηγία του στρατού. Ο τελευταίος νίκησε πρώτα τους ενωμένους αντιπάλους στις Όλπες – όπου σκοτώθηκε ο Ευρύλοχος – και ακολούθως τους Αμβρακιώτες στο στενό τις Ιδομένης. Κατά τον Θυκυδίδη, που περιγράφει τα γεγονότα, θα επιτυγχάνονταν από τον Δημοσθένη και αυτή η άλωση της Αμβρακίας όμως οι Ακαρνάνες και οι Αμφίλοχοι φοβούμενοι τυχόν εγκατάσταση σε αυτήν των ισχυρών Αθηνάιων, υπόγραψαν συμφωνία, μετά τη λήξη των εχθροπραξιών, με τους Αμβρακιώτες τους οποίους και θεωρούσαν λιγότερο επικίνδυνους γείτονες (πρβλ. Θουκυδ. Γ’ 114, 3).

Οι γνώσεις για την ιστορία του Αμφιλοχικού Άργους και της Αμφιλοχίας κατά τους δύο επόμενους αιώνες (4ο και 3ο π.Χ.) είναι λίγες. Γύρω στο 390 π.Χ. αναφέρεται συμμαχία Ακαρνάνων, Αιτωλών και Αργείων (Αμφιλόχων) με την Σπάρτη (πρβλ. Ξενοφ. Αγης. Β’ 20).

Ακολούθως φαίνεται πως ο εκ των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου, Βασιλιάς της Μακεδονίας Κάσσανδρος, υπόταξε τους Αμφιλόχους και τους Αμβρακιώτες, ενώ μερικά χρόνια αργότερα ο γιος του Κάσσανδρου, Αλέξανδρος, επειδή ήρθε σε σύγκρουση με τον αδερφό του Αντίπατρο, ζήτησε την βοήθεια του Βασιλιά της Ηπείρου Πύρρου ο οποίος πήρε σαν «μισθό» τις Στυμφαία και Παραναία της Μακεδονίας και «των επικτήτων εθνών Αμβρακίαν, Ακαρνανίαν, Αμφιλοχίαν» (Πλουτ. Πύρρ. 6). Τους τελευταίους χρόνους του 3ου π.Χ. αιώνα οι Αργείοι μαζί με τους Αμφιλόχους ανήκουν στην Αιτωλική Συμμαχία.

Γύρω στο 190 π.Χ. η Αμφιλοχία καταλαμβάνεται από τον Φίλλιπο τον Γ΄ αλλά παρέμεινε Μακεδονική για ελάχιστο διάστημα, καθότι τον επόμενο χρόνο (189 π.Χ) απελευθερώνεται από τον στρατηγό των Αιτωλών Νίκανδρο και επανασυνδέεται με την Αιτωλική Συμμαχία (Πολύβ. ΚΑ΄ 25, 3 Λίβ. ΧΧΧΧΙΙΙ 3,3 Κ. εξ.)

Συγχρόνως μνημονεύεται λεηλασία της χώρας από τον Περσέα, ενώ την ίδια χρονιά (189 π.Χ) ο Ρωμαίος ύπατος, Φούλβιος Νοβιλιώρ, μετά την κατάληψη της Αμβρακίας έφτασε μέχρι το Αμφιλοχικό Άργος και στρατοπέδευσε κοντά σ’ αυτό, τελικά όμως άφησε την πόλη και την υπόλοιπη χώρα στους Αιτωλούς – οι οποίοι στο μεταξύ είχαν αποδεχτεί τους όρους ειρήνης των Ρωμαίων – και επέστρεψε στην Αμβρακία. Οι Αργείοι και άλλοι Αμφίλοχοι παρέμειναν στην Αιτωλική μέχρι το 167 π.Χ. οπότε και αποσκίρτησαν, αφού πιθανώς συγκρότησαν δική τους αυτόνομη πολιτική κοινότητα (πρβλ. Διόδ. ΧΧΧΙ 8,6 εκδ. Dind.). Με την ίδρυση της Νικόπολης από τον Οκταβιανό Αύγουστο – σε ανάμνηση της νίκης τους το 31 π.Χ. στο Άκτιο – το Αμφιλοχικό Άργος παρακμάζει και ερημώνεται, επειδή οι κάτοικοι του καθώς και άλλων περιοχών της Β.Δ. Ελλάδας μετοίκησαν στη νέα πόλη. (Παλαί. Ανθολ. Ζ΄ 553). Παρ’ όλα αυτά η πρωτεύουσα των Αμφιλόχων Άργος, μνημονεύεται και από μερικούς μεταγενέστερους συγγραφείς (Πλιν. Nat. Hist IX, 5΄ Πτολεμ. Γεωργ. Γ΄ 14, 6).

Η θέση του Αμφιλοχικού Άργους πρέπει να αναζητηθεί κοντά στη μοναδική πεδιάδα της Αμφιλοχίας, στη θέση Καινούργιο (του Δημοτικού Διαμερίσματος Αμπελακίου) όπου σώζονται ερείπια αρχαίας πόλης. Η άποψη αυτή συμφωνεί και με την πληροφορία του Πολύβιου, κατά την οποία το Άργος απείχε απ’ την αρχαία Αμβρακία 180 στάδια, δηλαδή όση ακριβώς είναι η απόσταση αυτή απ’ τη θέση των ερειπίων στο Καινούργιο. Δημιουργεί όμως αντιρρήσεις το γεγονός ότι τα ερείπια αυτά βρίσκονται σε απόσταση 2 χλμ. από τη θάλασσα, ενώ από τον Θουκυδίδη (Γ’ 105, 1) η πόλη αναφέρεται σαν επιθαλάσσια. Ίσως όμως αυτό να σημαίνει πως το Αμφιλοχικό Άργος ήταν στην περιοχή της θάλασσας και πιθανώς η χωρίζουσα την πόλη από την παραλία μικρή προσχωσιγενής πεδιάδα να αποτελούσε όρμο αυτής (βλ. L. Henzey “Le mont Olympe et l’ Acarnanie” 6.287 Κ. εξ.). Πιθανόν στους χρόνους του Πελοποννησιακού πολέμου το Αμφιλοχικό Άργος ήταν πλησιέστερα προς τη θάλασσα απ’ ότι αργότερα – κατά την Ελληνιστική εποχή – όταν το εγκατέλειψαν οι κάτοικοι του.

Το Αμφιλοχικό Άργος προστατευόταν από ισχυρά τείχη ενισχυμένα με πύργους, ερείπια τους σώζονται σε πολλά σημεία, όπως στο λόφο της Λίμπας, όπου ο Leake τοποθετεί την Ακρόπολη της πόλης. Είναι όπως και του Στράτου, μόνο ψευδοϊσοδομικά και δεν παρουσιάζουν πουθενά, ούτε στη βάση, λείψανα πολυγωνικού τρόπου. Φαίνεται πως δεν ανήκουν σε πολύ παλιά εποχή, οπωσδήποτε όμως είναι προϋφιστάμενα του Ε’ π.Χ. αιώνα.

Οι κατά καιρούς ερευνήσαντες την περιοχή αναφέρουν θεμέλια οικοδομημάτων, κατάλοιπα περιβόλου ναού πιθανώς, καθώς και θεάτρου, από την αρχαία πόλη προέρχονται, επίσης, πολλά αρχιτεκτονικά μέλη (όπως σπόνδυλοι δωρικών κιόνων και κομμάτια πεσσών) τα οποία βρίσκουμε και στο Ηρώο της Καλυδώνας και στην Απολλωνία της Ηπείρου. Κατά μήκος των δρόμων της πόλης αποκαλύφθηκαν πολυάριθμοι τάφοι απλής κατασκευής αλλά επιμελημένοι.

Συνάμα σώζονται αρκετά νομίσματα από το Αμφιλοχικό Άργος, τα παλαιότερα χρονολογούνται γύρω στον 4ο π.Χ. αιώνα και είναι στατήρες Κορινθιακού τύπου, των μεταξύ 360 και 250 π.Χ. χρόνων, με παράσταση Πηγάσου και τις επιγραφές Α, ΑΡ, ΑΡΓΕΩΝ, ΑΡΓΕΙΩΝ, αργότερα δε ΑΜΦΙ, ΑΜΦΙΛΟΧΩΝ. Συχνά πάνω στα νομίσματα απαντώνται παραστάσεις πολεμικών εμβλημάτων (αιχμή λόγχης, ακόντιο, μεσάγκυλο, κ.α.). Έχουν βρεθεί επίσης χάλκινα δύο τύπων, όπου στο πρώτο εικονίζεται στην μπροστινή όψη κεφάλι νέου (ίσως ο Ερμής) με κοντά μαλλιά και στην πίσω σκύλο, ενώ στο δεύτερο κεφάλι Αθηνάς και κουκουβάγια.

Κρήνες

Πόλη της Αρχαίας Αμφιλοχίας στον λόφο σημερινής τοποθεσίας με το όνομα Παλιαυλή, όπου σώζονται ερείπια τειχών. Αναφέρεται από τον Θουκυδίδη στην μάχη του Αμφιλοχικού Άργους το 426 π.Χ.. Λόγω του στρατηγικού χαρακτήρα της θέσης τους, οι Κρήνες ίσως να ήταν μεγάλο στρατιωτικό παρατηρητήριο παρά οργανωμένη πόλη.

Μπελιχρηνιάσσα    

Τέσσερα χιλιόμετρα, περίπου, από το Τοπικό Διαμέρισμα Κεχρινιάς, στον δρόμο προς τον Οικισμό Κάναλο υπήρχε μία ακόμα πόλη από τις πέντε του αρχαίου κράτους της Αμφιλοχίας, η Μπελιχρηνιάσσα. Στην περιοχή σώζονται τείχη ακρόπολης καθώς και κυκλική δεξαμενή, ενώ έξω από τα τείχη υπάρχουν πάρα πολλοί τάφοι.

Όλπεις

Στα δυτικά του Οικισμού της Μπούκας, σε απόσταση ενός χιλιομέτρου, περίπου, βρίσκεται ο λόφος των Όλπεων . κατά τον ιστορικό Θουκυδίδη εκεί βρίσκονταν τα τειχισμένα δικαστήρια του κοινού των Ακαρνάνων, «τείχος τειχισάμενοι οι Ακαρνάνες κοινώ δικαστηρίω εχρώντο». Στην περιοχή σώζονται ερείπια και διαμορφωμένες πέτρες.

πηγή;http://www.amfiloxia.gov.gr/[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]